Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

Retrospettiva

Τα τελευταία χρόνια είχα την παράδοση να ετοιμάζω ένα ολιγόλεπτο vlogging βίντεο με τις ευχές μου και να το ανεβάζω λίγο πριν την αλλαγή του χρόνου. Αυτή η παράδοση όμως σπάει σήμερα, κυρίως επειδή με το απαιτούμενο editing και την ταχύτητα του δικτύου που παραπέμπει σε πλοκή ταινίας του Αγγελόπουλου, το βίντεο θα ανέβαινε... του χρόνου. Αντ' αυτού πήρα την απόφαση να χρησιμοποιήσω την πλατφόρμα του De Profundis, διότι είναι κοινώς αποδεκτό πως στο γράψιμο είμαι απείρως καλύτερος από την συμμετοχή σε βίντεο (shameless plug alert: Μία βόλτα στο κανάλι του Fantasy Gate που η αφεντιά μου συμμετέχει σε reviews επιτραπέζιων, δείχνει του λόγου το αληθές).

Αρκετά με την εισαγωγή και ας περάσουμε στο ψητό: 2017 λοιπόν, μια χρονιά που σε σχεδόν σε όλες τις κατηγορίες, προσωπικές και γενικότερες ξεπερνά κατά πολύ το 2016. Δεν θα αναλωθώ στο γενικότερο πλαίσιο της χρονιάς, άλλωστε δεν είμαι αναλυτής, είμαι απλώς ένας συνηθισμένος άνθρωπος που μιλάει εκ βαθέων, De Profundis. Το 2017 ξεκίνησε όπως τελείωσε το 2016, δηλαδή μέσα στον στρατό. Δεν έχω να πω πολλά πράγματα γι' αυτό το χρονικό διάστημα, όλοι όσοι έχουν πάει άλλωστε γνωρίζουν ότι η στασιμότητα είναι ολόκληρη η καθημερινότητα επί της ουσίας. Όμως, μπορώ να πω σε αυτό το σημείο ότι οι εμπειρίες που πήρα από τον στρατό θα μείνουν μαζί μου μέχρι την ημέρα που θα πεθάνω. Άλλες θετικές, άλλες οπωσδήποτε αρνητικές, πάντως συνολικά χρήσιμες. Και ειδική μνεία σε κάποια άτομα που γνώρισα εκεί, χάρηκα την επικοινωνία μαζί τους. Δεν υπάρχουν άλλα πράγματα να πω για τον στρατό ειλικρινά, στο κάτω-κάτω δεν ενδιαφέρουν κανένα αυτές οι ιστορίες, ούτε καν εμένα πλέον. So, let's move on...

Η περίοδος που ακολούθησε την απόλυσή μου από τον στρατό ήταν ήρεμη. Πολλοί έχουν την εντύπωση πως με το που απολύεσαι από τον στρατό θες να ξεσαλώσεις μέχρι αηδίας, όμως η πραγματικότητα είναι εντελώς αντίστροφη. Το μόνο που θες είναι να ξεκουραστείς, να χαλαρώσεις και να αδειάσεις το μυαλό σου προκειμένου να είσαι έτοιμος για την επαναφορά στην κανονική σου ζωή, και αυτό κατόρθωσα να κάνω, μέχρι την ευκαιρία που είχα για δουλειά στην Θάσο δίπλα στον πατέρα μου, και την οποία εκμεταλλεύτηκα. Φυσικά, όταν εργάζεσαι σε ένα τουριστικό μέρος είναι μοιραίο να γνωρίσεις κάθε καρυδιάς καρύδι, και δεν συνέβη κάτι διαφορετικό. Πολλοί ήταν περίεργοι, άλλοι ήταν αδιάφοροι, άλλοι ήταν αγενέστατοι και σε περιπτώσεις προκλητικοί, και άλλοι ήταν πολύ καλοί άνθρωποι. Ειδική μνεία στον Μετίν από την Τουρκία, ένας από τους πιο ζεστούς και καλοσυνάτους ανθρώπους που έχω γνωρίσει, στον κύριο Κώστα και τους φίλους του από τον Πειραιά οι οποίοι έδειχναν πραγματικό ενδιαφέρον για την προσωπική μας κατάσταση, και στον Βρετανό που δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομά του, που έχοντας ως αφορμή την μπλούζα μου με το σήμα των Nirvana, κάναμε ίσως την καλύτερη μουσική συζήτηση που είχα στη ζωή μου. Και φυσικά στους συναδέλφους μου, πλην των γνωστών εξαιρέσεων, να ξέρετε ότι τα σπάτε...

Μετά το πέρας της σεζόν και την επιστροφή μου στην Ξάνθη, αυτό που είχε το περισσότερο ενδιαφέρον ήταν η παρουσίαση του βιβλίου για το χρυσό ιωβηλαίο του ΑΟΞ από τον φίλο και γαμπρό μου Μπάμπη Κυρλίδη. Είναι γνωστό ότι συμμετείχα ενεργά, κυρίως στην έρευνα και λιγότερο στο γράψιμο αυτό καθ' αυτό του βιβλίου, παρόλα αυτά αυτή η εμπειρία ήταν πραγματικά σπουδαία και αισθάνομαι όμορφα μόνο στη σκέψη των πραγμάτων που κάναμε προκειμένου η ιδέα για το βιβλίο του Μπάμπη να γίνει πραγματικότητα, και που συνεχίζεται κατά έναν διαφορετικό τρόπο και σήμερα χτίζοντας σιγά-σιγά μία οπτιακουστική συλλογή με στιγμές και πεπραγμένα της ομάδας του ΑΟΞ.

Το τελευταίο αξιοσημείωτο γεγονός της χρονιάς που τελειώνει σε λίγο, είναι αδιαμφισβήτητα και το σπουδαιότερο. Δεν αναφέρομαι σε τίποτε άλλο πέρα από την γέννηση του παιδιού της αδερφής μου τον Σεπτέμβρη. Μπορεί να μην εμπλέκομαι άμεσα σε αυτό, όμως τα αισθήματα που προκαλεί ο μπέμπης και σε μένα, και στην αδερφή μου, και στον άντρα της, αλλά κυρίως σε όλη την οικογένειά μας είναι υπέροχα, και ομολογώ ότι μας έφερε και λίγο πιο κοντά, κάτι που μόνο θετικό μπορεί να χαρακτηριστεί.

Σε γενικές γραμμές λοιπόν, μπορώ να πω ότι το 2017 αποτελεί το τέλος μίας εποχής και αρχή μιάς άλλης. Δεν το λέω με την επιφανειακή έννοια που χρησιμοποιούμε συνήθως, αλλά νιώθω ότι αυτή η αλλαγή είναι πιο βαθιά. Σκεφτείτε πόσο εσωστρεφής ήμουν πριν κάποιον καιρό, και πόσο λιγότερο είμαι τώρα. Σκεφτείτε επίσης πόσα νέα άτομα γνώρισα εφέτος και με πόσα κρατάω επαφές πλέον, μιλάμε για έναν σαφώς διευρυμένο κύκλο γνωριμιών, κάτι που με κάνει να αισθάνομαι αρκετά ευχαριστημένο και μου δίνει το κίνητρο για περαιτέρω πράγματα μέσα στο 2018.

Όμως, όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν χωρίς το μόνο συστατικό που απαιτείται. Φυσικά αναφέρομαι στην υγεία. Παιδιά, αυτό είναι το σημαντικότερο όλων και το εύχομαι σε όλους ανεξαιρέτως, γιατί πιστεύω ότι δεν είναι αναγκαίο να χάσεις την υγεία σου προκειμένου να την εκτιμήσεις, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους. Όλοι μαζί μπορούμε να supportάρουμε ο ένας τον άλλον για τις μικρές αλλαγές που μπορούν να συμβούν και που μπορούν να συμβάλλουν τα μέγιστα στην σωματική και ψυχική υγεία. Και αγάπη επίσης, εξαιρετικά απαραίτητο και αυτό, αν αφήσουμε τις πεζές διαφορές που ενδεχομένως έχουμε μεταξύ μας στην άκρη, έχουμε την δυνατότητα να πάμε πολύ-πολύ ψηλά...

Μέχρι τότε όμως, σας εύχομαι σε όλους όσους φτάσατε μέχρι εδώ ένα φανταστικό 2018, και ότι προτιμήσετε να κάνετε απόψε να μην το μετανιώσετε και να περάσετε φυσικά υπέροχα, αρκεί να μην πάει στα άκρα. Don't overdo it, stay safe, για να γουστάρουμε απόψε και να γυρίσουμε στα σπίτια μας όλοι...

ΥΓ: Δεν νομίζω να περιμένατε ότι θα το άφηνα απ' έξω αυτό. Ιδού οι υπόλοιπες ευχές για το 2018, και γενικότερα ενδεχομένως...: http://www.fightclub.gr/mmedia.aspx?100

Τρίτη 23 Μαΐου 2017

Radio killed the... radio star

Είναι κάτι που δεν το έκρυψα ποτέ μου. Είμαι άνθρωπος του ραδιοφώνου. Από την εποχή των φοιτητικών μου χρόνων, όπου και συμμετείχα στον πολυαγαπημένο μου Radio Lofos τον φοιτητικό σταθμό της Μυτιλήνης, για περίπου τρία χρόνια, από το 2012 ως το 2015, όταν και αποχωρίστηκα το νησί. Τι μου αρέσει όμως στο ραδιόφωνο; Θα έλεγα πως η ξεχωριστή σχέση, το μοναδικό δέσιμο μεταξύ παραγωγού-ακροατή που μπορεί να αναπτυχθεί είναι ο κυριότερος παράγοντας αυτής της αγάπης. Όχι μόνο όσον αφορά τις μουσικές επιλογές, αλλά και στην άμεση επικοινωνία των παραγωγών και των DJ's με τον κόσμο, ιδιαίτερα με την καθιέρωση του λεγόμενου "πειρατικού" ραδιοφώνου και έπειτα. Όμως το σύγχρονο ραδιόφωνο (τουλάχιστον στην ελληνική επικράτεια), πάσχει, και μάλιστα βαριά. Συνεχείς, αέναες και ανιαρές playlists, με τα ίδια τραγούδια να παίζουν πολλαπλές φορές μέσα στην ίδια ημέρα. Χωρίς παραγωγούς, χωρίς DJ's, αλλά μόνο με έναν υπολογιστή και έναν server, άντε και στο τσακίρ κέφι και με έναν τεχνικό just in case που λεν' και στο χωριό μου. Πως φτάσαμε όμως σε αυτό το σημείο; Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά:

Παρά τις αρχικές πειραματικές προσπάθειες για τις πρώτες ραδιοφωνικές εκπομπές από τη δεκαετία του '20, το ραδιόφωνο στην Ελλάδα έγινε επίσημος θεσμός από το 1938, όταν ο Μεταξάς ίδρυσε το πρώτο, κρατικό βεβαίως, ραδιόφωνο, τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών. Φυσικά, όπως θα περίμενε κάποιος από ένα απολυταρχικό καθεστώς, όπως αυτό του Μεταξά, ο ΡΣΑ θα ήταν το κύριο μέσο προπαγάνδας, και στον ενημερωτικό, αλλά κυρίως στον πολιτιστικό τομέα, καθώς θα βοηθούσε το όραμα του Μεταξά για τον λεγόμενο "Τρίτο Ελληνικό Πολιτισμό". Κατά τον Δεύτερο Π.Π. η λειτουργία του ΡΣΑ θα διακοπτόταν (ή μάλλον καλύτερα θα περνούσε υπό τον έλεγχο του γερμανικού κατακτητή), με το πασίγνωστο πλέον πολεμικό ανακοινωθέν. (Myth Bust Alert: το συγκεκριμένο ανακοινωθέν δεν είναι το γνήσιο το οποίο ανεγνώσθη το 1940, καθώς δεν σώζεται η συγκεκριμένη ηχογράφηση, αλλά είναι μια ηχογράφηση που πραγματοποιήθηκε πολλά χρόνια αργότερα).

Μετά τον Πόλεμο, ο ΡΣΑ άλλαξε ονομασία και έγινε ΕΙΡ (Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας) συνεχίζοντας απρόσκοπτα την λειτουργία του, δημιουργώντας και τα τρία κανάλια του, τα οποία υφίστανται μέχρι και σήμερα. Το Πρώτο, το Δεύτερο και το Τρίτο Πρόγραμμα. Οι δεκαετίες που ακολούθησαν ήταν σαφώς η χρυσή εποχή για το ελληνικό ραδιόφωνο, καθώς την δεκαετία του '50, όπως και για το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του '60, τηλεόραση δεν υπήρχε, δίνοντας στο ραδιόφωνο το μονοπώλιο της ψυχαγωγίας, και εν πολλοίς και της ενημέρωσης. Μουσικές παραστάσεις με ζωντανές ερμηνείες, ραδιοφωνικά σήριαλ και ηχογραφήσεις θεατρικών παραστάσεων, έκαναν τον κόσμο να προσκολλάται στα ηχεία των ραδιοφώνων τους, δίνοντας βήμα στους περισσότερους καλλιτέχνες να παρουσιάσουν τα έργα τους. Γιατί όμως των περισσοτέρων, και όχι όλων; Εκείνη την εποχή, ειδικά στα χρόνια της χούντας, όπου η λογοκρισία "έλυνε και έραβε", το λαϊκό, και κυρίως το ρεμπέτικο ήταν εντελώς ανεπιθύμητο στους ιθύνοντες του ΕΙΡ, και όταν γίνονταν κάποιες σποραδικές προσπάθειες ηχογραφήσεων, οι μουσικοί εξανίσταντο και απλώς... απεργούσαν. Αυτή η δογματική αντιμετώπιση της μουσικής βεβαίως έλαβε τέλος το 1975 με την πρόσληψη του τεράστιου Μάνου Χατζηδάκι ως διευθυντή του Τρίτου Προγράμματος.

Εκείνη την εποχή, παρά την ανάπτυξη και εισχώρηση στα περισσότερα σπίτια της τηλεόρασης, το ραδιόφωνο του μετονομαζόμενου πλέον ΕΙΡΤ, το οποίο από το 1975 μετατράπηκε στην γνωστή και αγαπημένη μας ΕΡΤ, κράτησε ένα σημαντικό μερίδιο στις ψυχαγωγικές και ενημερωτικές συνήθειες του κοινού, αν και ήταν προφανές από τότε ότι τα πράγματα θα άλλαζαν λίαν συντόμως. Όλως περιέργως αυτοί που κράτησαν υψηλό το ενδιαφέρον του κοινού για το ραδιόφωνο, ήταν οι πρώτοι "πειρατές". Η εξέλιξη της τεχνολογίας προς τα τέλη των 70's και στην δεκαετία του '80 έδωσε πλέον την δυνατότητα στους χομπίστες να εκπέμψουν το δικό τους σήμα, αν και με πολλές παρεμβολές και σε περιορισμένο χώρο κάλυψης. Εκεί γνωρίσαμε σαν κοινωνία τους πρώτους DJ's, όπως επίσης και τις πρώτες προσπάθειες άμεσης επικοινωνίας των παραγωγών με το κοινό, σχεδόν αποκλειστικά βέβαια με τη μέθοδο "από στόμα σε στόμα". Η νεολαία αγκάλιασε αυτές τις προσπάθειες, καθώς οι περισσότεροι "πειρατές" ήταν μέρος της νεολαίας, επικεντρώνοντας τις μουσικές τους επιλογές στο ξένο ρεπερτόριο, κυρίως της ροκ, της πανκ, αλλά και της ντίσκο που μεσουρανούσαν εκείνη την εποχή, ένα ρεπερτόριο που προφανώς δεν υπήρχε περίπτωση να ακουστεί από το ραδιόφωνο της ΕΡΤ.

Η ραγδαία πτώση της δημοφιλίας του ραδιοφώνου ξεκίνησε με το "άνοιγμα" της ιδιωτικής τηλεόρασης στα τέλη των 80's. Παρά το γεγονός ότι λίγα χρόνια πριν προηγήθηκε το "άνοιγμα" του ιδιωτικού ραδιοφώνου με τον Αθήνα 9,84, δημιούργημα του τότε Δημάρχου Αθηνών Μιλτιάδη Έβερτ, οι περισσότεροι σταθμοί που δημιουργήθηκαν ήταν αποκλειστικά ενημερωτικού χαρακτήρα, όπως ο Flash και ο Σκάι. Υπήρξαν περιπτώσεις που δημιουργήθηκαν και σταθμοί που επικεντρώνονταν στην μουσική, όπως ο POP FM που απευθύνονταν καθαρά σε ένα πιο νεανικό κοινό, αλλά και το ραδιόφωνο του ΑΝΤ1, που είχε ένα σαφώς μεγαλύτερο ηλικιακά κοινό, όμως καμία από αυτές τις προσπάθειες (ενδεχομένως πλην ΑΝΤ1) δεν είχε την προσδοκώμενη ανταπόκριση. Λαμπρή εξαίρεση κατά την δεκαετία του '90 αποτέλεσε ο Jeronimo Groovy, ο οποίος ήταν αρκετά δημοφιλής σταθμός, αν και η επιλογή των ιθυνόντων του σταθμού να δημιουργήσουν και τον τηλεοπτικό Jeronimo Groovy, τον οδήγησε σιγά-σιγά στον θάνατό του. Ήταν προφανές πλέον πως ο κόσμος άκουγε μόνο ραδιόφωνο καθ' οδόν για τις δουλειές τους, και αυτό περιορίζονταν στα ενημερωτικά προγράμματα. Η ταφόπλακα φυσικά ήρθε στις ημέρες μας, με την επανάσταση του YouTube, αλλά και την δημιουργία προγραμμάτων όπως το Spotify, καθώς αυτά έδωσαν την επιλογή στο κοινό να ακούσει αυτά που επιθυμεί, σε συνδυασμό και με την οικονομική κρίση που οδήγησε στο συρρίκνωμα της διαφημιστικής πίτας, και κατά συνέπεια και στην απόλυση πολλών ραδιοφωνικών παραγωγών. Οι προκατασκευασμένες playlists είναι πλέον η μοναδική λύση...

Μπορώ να δεχτώ ότι οι περισσότεροι σταθμοί πλέον παίζουν τα πιο γνωστά και δημοφιλή κομμάτια σε μια απέλπιδα προσπάθεια να προσελκύσουν διαφημιζόμενους μέσω των ακροαματικοτήτων, αλλά πιστεύω πως η κατάσταση έχει ξεφύγει. Για παράδειγμα ο πιο δημοφιλής σταθμός της Ξάνθης είναι ο Xanthi DeeJay. Αυτός ο σταθμός, και μπορώ να το επιβεβαιώσω λόγω καθημερινής ακρόασης, καθ' ότι βρίσκομαι υπεύθυνος σε ένα στρατιωτικό γυμναστήριο αυτό το διάστημα, παίζει σε infinite loop το Top-10 των charts, και τίποτε άλλο. Ειλικρινά, έχω ακούσει τόσες φορές μέσα στις τελευταίες ημέρες το Shape of You, σε σημείο που αρχίζω και αισθάνομαι σαν τους κρατούμενους στο Γκουαντάναμο, που τους έβαζαν διαρκώς στη διαπασών το Born in the USA του Μπρούς Σπρίνγκστιν για βασανισμό... Μπορεί να γίνει όμως κάτι για να αλλάξει η κατάσταση; Η προσωπική μου άποψη είναι "φυσικά". Πως όμως;

Σε επαγγελματικό επίπεδο, θα έλεγα πως οι υπεύθυνοι των εκάστοτε σταθμών θα έπρεπε να επενδύσουν, όχι τόσο σε χρήμα, αλλά χρονικά, για να χτίσουν από την αρχή τη σχέση που ανέφερα και αρχικώς μεταξύ των ακροατών και των παραγωγών. Και στην Ελλάδα μπορεί να πετύχει αυτό. Πάρτε για παράδειγμα την μοναδική εκπομπή αυτή τη στιγμή στο ελληνικό ραδιόφωνο που έχει μια τόσο μεγάλη δημοφιλία και το μεγαλύτερο κοινό να την ακολουθεί, και φυσικά αποτελεί και την προσωπική αγαπημένη μου εκπομπή, το Fight Club των γραφικών της καρδιάς μας Τσαουσοβαϊμάκηδων... Σε ερασιτεχνικό επίπεδο πάλι, το web radio αποτελεί μια εξαιρετική πλατφόρμα για τους χομπίστες που έχουν το πάθος και το μεράκι, αλλά όχι τα μέσα, για να εκφραστούν μέσα από το ραδιόφωνο. Έτσι λειτουργούσαμε στα φοιτητικά μου χρόνια, και ακόμα και σήμερα που αυτές οι εποχές έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, ακόμα και σήμερα θέλω να βρεθώ πίσω από μια κονσόλα, ένα πικάπ και ένα μικρόφωνο και να πω αυτά που θέλω να πω, μέσω και του λόγου μου, αλλά και της μουσικής που θα ήθελα να παίζω... Συνεπώς θα σας πρότεινα, αν δεν θέλετε να ξεκινήσετε εσείς ανάλογες προσπάθειες, τουλάχιστον να ψαχτείτε και να υποστηρίξετε ανθρώπους που, ομολογουμένως, κάνουν εξαιρετική δουλειά. 

ΥΓ: Οι Βραζιλιάνοι και οι Πορτογάλοι χρησιμοποιούν μια έννοια με την ονομασία Saudade. Τι είναι αυτό; "Το διάσημο Saudade της Πορτογαλίας είναι μια αόριστη και σταθερή επιθυμία για κάτι που δεν μπορεί και δεν μπορεί να υπάρχει, για κάτι άλλο πέρα από το παρόν, μια στροφή προς το παρελθόν ή προς το μέλλον. Όχι μια ενεργητική δυσαρέσκεια ή μια οδυνηρή θλίψη, αλλά μια οδυνηρή ονειροπόληση." Το Είμαστε στον Αέρα σίγουρα εμπίπτει σε αυτό. Θα ήθελα να συνέβαινε στην πραγματικότητα μια τέτοια προσπάθεια, και να ήμουν και εγώ μέρος της, αλλά δυστυχώς, μάλλον πολλά ζητάω και εγώ...

ΥΓ2: Πολλές πληροφορίες για την ιστορία του ελληνικού ραδιοφώνου πάρθηκαν από το σχετικό επεισόδιο της Μηχανής του Χρόνου, το οποίο και σας προτείνω να το δείτε ανεπιφύλακτα.

ΥΓ3: Δεν είμαι και ο μεγαλύτερος φαν των hashtags, αλλά εν προκειμένω #θάνατος_στις_playlists